Τι είναι ο καρκίνος του μαστού;

Ο καρκίνος του μαστού είναι μία νόσος, στην οποία καρκινικά (κακοήθη) κύτταρα εντοπίζονται στους ιστούς του μαστού. Κάθε μαστός έχει 15 με 20 λοβούς, οι οποίοι αποτελούνται από λοβία. Οι λοβοί και τα λοβία συνδέονται με λεπτούς σωλήνες που ονομάζονται πόροι. Ο πιο κοινός τύπος καρκίνου είναι ο καρκίνος των πόρων και εντοπίζεται στα κύτταρα των πόρων. Υπάρχει και ο τύπος του καρκίνου που εντοπίζεται στους λοβούς
ή τα λοβία και απαντάται πιο συχνά και στους δύο μαστούς από ότι άλλα είδη καρκίνου.
Ο φλεγμονώδης καρκίνος του μαστού είναι ένας λιγότερο συνηθισμένος τύπος καρκίνου
και τα συμπτώματά του συμπεριλαμβάνουν αίσθημα καύσου, ερυθρότητα και οίδημα.

Επιδημιολογικά στοιχεία

Ο καρκίνος του μαστού που οφείλεται σε κληρονομικά αίτια αποτελεί περίπου 5 - 10%
του συνόλου των περιστατικών.
Μία γυναίκα στις 8 θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού σε κάποια φάση της ζωής της.
Η American Cancer Society υπολογίζει ότι στις ΗΠΑ ο καρκίνος του μαστού αποτελεί
Περίπου το 29% όλων των καρκίνων στις γυναίκες.
Αν και η πρόωρη διάγνωση έχει σαν αποτέλεσμα υψηλά ποσοστά ίασης, ο καρκίνος
του μαστού παραμένει η βασική αιτία θανάτου από καρκίνο στις ενήλικες γυναίκες κάτω
των 54 ετών και η δεύτερη πιο συχνή αιτία για τις γυναίκες άνω των 54 ετών. Η νόσος
αυτή προσβάλλει και τους άνδρες, αλλά σε ποσοστό μικρότερο από 1 % επί του συνόλου όλων των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού.

Ποιός κινδυνεύει από την ασθένεια;

Όλες οι γυναίκες μπορεί να νοσήσουν από καρκίνο του μαστού. Οι γυναίκες με μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσουν είναι αυτές με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού, εκείνες
με προσωπικό ιστορικό καρκίνου του μαστού, πρώϊμη έναρξη της έμμηνου ρύσης, όψιμη εμμηνόπαυση, ή πρώτη κύηση μετά τα τριάντα.
Ο κίνδυνος να προσβληθεί μία γυναίκα από αυτή τη νόσο αυξάνει όσο αυξάνει η ηλικία.
Αλλοι πιθανοί παράγοντες κινδύνου είναι μακρόχρονη θεραπεία με οιστρογόνα, διατροφή
με πολλά λιπαρά, κατάχρηση αλκοόλ, αν και η σχέση τους με την εμφάνιση του καρκίνου
του μαστού παραμένει ασαφής. Ο ιός Epstein - Barr έχει επίσης ενοχοποιηθεί, ενώ μία πρόσφατη προοπτική μελέτη έδειξε ότι η έντονη σωματική άσκηση σχετίζεται με μικρή μείωση του κινδύνου για καρκίνο του μαστού.

Διάγνωση

Με τη σύγχρονη τεχνολογία ο καρκίνος του μαστού μπορεί να διαγνωσθεί σε αρχικό στάδιο, οπότε και οι πιθανότητες για ίαση είναι πολύ μεγάλες.
Οι γυναίκες άνω των 20 πρέπει να κάνουν οι ίδιες ψηλάφηση των μαστών τους κάθε μήνα. Αυτό γίνεται καλύτερα μία εβδομάδα μετά την αρχή της εμμηνορυσίας ή την ίδια μέρα κάθε μήνα για τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Ένας άλλος τρόπος διάγνωσης είναι η μαστογραφία. Προτείνεται δε η μαστογραφία να γίνεται κάθε 1-2 χρόνια σε γυναίκες ηλικίας 40 - 49 ετών και κάθε χρόνο μετά από αυτήν την ηλικία.
Το βασικό πλεονέκτημα της μαστογραφίας είναι ότι ο καρκίνος του μαστού μπορεί να ανιχνευθεί πολύ πριν μεγαλώσει τόσο ώστε να είναι δυνατή η ψηλάφησή του. Παρόλα αυτά είναι γεγονός ότι η μαστογραφία και πάλι δεν μπορεί να ανιχνεύσει περίπου ένα 10% των όγκων που βρίσκονται μετά από μία επισταμένη φυσική εξέταση.
Η διάγνωση όμως του καρκίνου του μαστού γίνεται μετά από παθολογοανατομική εξέταση του ιστού του μαστού. Ένα ογκίδιο στο μαστό συνήθως απαιτεί βιοψία ακόμα κι αν
η μαστογραφία το δείχνει σαν φυσιολογικό.
Ο ιστός που λαμβάνεται μπορεί να αξιολογηθεί μέσα σε 24- 48 ώρες συνήθως.
Ο ιστός πρέπει να εξετάζεται και για οιστρογονικούς και προγεστερονικούς υποδοχείς.
Αυτοί οι υποδοχείς και η κατάσταση στην οποία βρίσκονται βοηθάνε στο να γίνεται κάποια πρόβλεψη για το αν οι ορμόνες επηρεάζουν την ανάπτυξη του καρκίνου. Οι γυναίκες
με θετικούς ορμονικούς υποδοχείς είναι πιο πιθανό να ανταποκριθούν σε ορμονική θεραπεία και έχουν γενικά καλύτερη πρόγνωση.

Συμπτώματα της ασθένειας

Τα συμπτώματα ή ευρήματα που εκδηλώνονται είναι:

Θεραπεία της νόσου

Η θεραπεία του καρκίνου του μαστού είναι ανάλογη του σταδίου του.
Η νόσος στα αρχικά στάδια αντιμετωπίζεται με συντηρητική χειρουργική επέμβαση
και ακτινοβολία. Η μαστεκτομή και η ακτινοβολία είναι τοπικές θεραπείες και δεν μπορούν
να επηρεάσουν τα καρκινικά κύτταρα που τυχόν έχουν ήδη διασπαρεί στο σώμα και πιθανόν να δημιουργήσουν μεταστάσεις. Ετσι τίθεται θέμα συμπληρωματικής χημειοθεραπείας,
η οποία δίνεται σε ασθενείς με νόσο σε πρώιμα στάδια, οι οποίες όμως είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν μεταστάσεις. Για ασθενείς με θετικούς ορμονικούς υποδοχείς
η συμπληρωματική θεραπεία ή η χορήγηση ταμοξιφένης είναι πια σταθερές επιλογές.
Οι ασθενείς με τοπικά προχωρημένη νόσο δεν έχουν τόσο καλή πρόγνωση. Ένας καλός τοπικός χειρισμός θα μπορούσε να είναι ένας συνδυασμός χειρουργικής εκτομής, χημειοθεραπείας, και ακτινοβολίας. Η χημειοθεραπεία εδώ είναι απαραίτητη διότι οι ασθενείς αυτές έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν μεταστάσεις.
Οι θεραπευτικές επιλογές για ασθενείς με τοπικά υποτροπιάζουσα νόσο ή μεταστατική νόσο διαφέρουν ανάλογα με τον εντοπισμό και την έκταση της νόσου. Σε πολλές περιπτώσεις συνδυάζονται τοπικές και συστηματικές θεραπείες. Καθώς οι ασθενείς με μεταστατική νόσο σπάνια δείχνουν ανταπόκριση με μεγάλη χρονική διάρκεια στη συμβατική θεραπεία,
οι ερευνητές βρίσκονται σε μία διαρκή αξιολόγηση χημειοθεραπευτικών σχημάτων υψηλών δόσεων που να ακολουθούνται από αυτόλογη μεταμόσχευση μυελού των oστών
ή μεταμόσχευση προγονικών περιφερικών κυττάρων.

Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στο γιατρό σας.